Η καλοσύνη των ξένων.
Πέτρος Τατσόπουλος-Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Ήθελα αυτό το καλοκαίρι να διαβάσω κάτι διαφορετικό όχι αναλάφρο, όχι τύπου άρλεκιν, όχι ιστορικό... μιά αληθινή ιστορία που ίσως ισοροπούσε μέσα μου τις αναποφάστιστες, αρνητικές προτάσεις μπροστά στον πάγκο του βιβλιοπωλείου.
Ο τίτλος μου φαινόταν γνωστός “Η Καλοσύνη των ξένων” (ο υπότιτλος:αληθινή ιστορία) από μια φράση στο "Λεωφορείον ο Πόθος" του Τενεσί Ουίλιαμς, επιβαιώνει τις σκέψεις μου και αρχίζει ένα ταξίδι διαφορετικό απ΄όσα μέχρι σήμερα έζησα μέσα σ΄ενα βιβλίο.
Ο Πέτρος Τατσόπουλος αφηγείται την ιστορία της υιοθεσίας, της δικής του υιοθεσίας που ανακάλυψε σε ηλικία 19 χρονών. Παίρνει με μαεστρία πίσω τον χρόνο και ισορροπεί με χιούμορ το δραματικό αλλά και το κωμικό στοιχείο. Δεν φοβάται να τσαλακώσει τη εικόνα του φτασμένου συγγραφέα, δεν κρύβει αλήθειες μέσα απο ψεύτικες εικόνες, ξεκάθαρες σκέψεις τυπωμένες στο χαρτί, ο αναγνώστης θα το αναγνωρίσει και θα το εκτιμήσει αμέσως, σκηνές και συμβάντα που οδηγούν σε δραματική κατεύθυνση και θα αγγίξουν τις πιο ευαίσθητες χορδές του.
Ανασκαλίζει το παρελθόν του και μιλά για τις συναντήσεις του με τον Αντώνη Σαμαράκη και το πρώτο του διήγημα, την εφηβεία , τη φιλία,τον έρωτα, τις απόψεις του για τη ζωή και φτάνει στην αναζήτηση της βιολογικής του οικογένειας.
Οι απόψεις για τη θετή του μάνα ξεκαθαρισμένες απο την αρχή:«…σε καμία περίπτωση δεν σκόπευα να διακυβεύσω τη σχέση μου με τη Ρεγγίνα», μπαίνοντας στο πετσί της μάνας που τον μεγάλωσε και στερνιζόμενος τους φόβους της για τον βιολογικό λώρο που ενώνει φυσικούς γονείς και παιδιά, προχωρόντας για τη συνάντηση με τη βιολογική του μητέρα σαν μέρος του παιγνιδιού της ζωής, θεωρόντας ΜΑΝΑ αυτή που τον μεγάλωσε και όχι αυτήν που τον έφερε στον κόσμο.
Η συνάντηση με την βιολογική του μητέρα κάτι παραπάνω απο τυπική και δεν διστάζει να περιγράψει τη δεύτερη τους συνάντηση ώς αδιάφορη:«Νομίζω πως αισθανόταν πρόσθετη ανακούφιση από τη διαπίστωση πως ούτε η Ζωή ούτε εγώ δείχναμε να βιαζόμαστε ιδιαίτερα για ένα δεύτερο τετ α τετ».
Ξυγυμνώνεται ψυχικά και γράφει τα πραγματικά του συναισθήματα για τη βιολογική του μητέρα, που δεν είναι άλλα απο τον οίκτο και την αδιαφορία, αλλά και την ανακούφιση στη πληροφορία ότι αυτή πεθανε: «… το θάνατο μιας προ πολλού πεθαμένης».
Για τον συγγραφέας ο Βαγγέλης και η Ρεγγίνα ήταν οι άνθρωποι που στάθηκαν απο τα δέκα του χρόνια μέχρι την ενηλικίωση του στο πλευρό του,διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα του και τον στήριξαν συναισθηματικά και αναρωτιέται : «…τι θα συνέβαινε αν η μπίλια δεν
είχε σταθεί στον Βαγγέλη και τη Ρεγγίνα».Είτε νόμιμη είτε παράνομη, κάθε υιοθεσία εμπεριέχει τους δικούς της κινδύνους. Δεν ξέρεις πού θα σταθεί η μπίλια. Ποιος θα βγει τελικά κερδισμένος. Αν η ρουλέτα δεν ήταν εξαρχής πειραγμένη. Σε ένα παιχνίδι με ρευστούς κανόνες, όπου όλα τα χτυπήματα επιτρέπονται, δεν μπορείς παρά να ευχηθείς να μην σου συμβεί το χειρότερο.
Και ο Τατσόπουλος ήταν τυχερός η μπίλια έκατσε εκεί που έπρεπε και είναι κερδισμένος.
Πέτρος Τατσόπουλος-Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Ήθελα αυτό το καλοκαίρι να διαβάσω κάτι διαφορετικό όχι αναλάφρο, όχι τύπου άρλεκιν, όχι ιστορικό... μιά αληθινή ιστορία που ίσως ισοροπούσε μέσα μου τις αναποφάστιστες, αρνητικές προτάσεις μπροστά στον πάγκο του βιβλιοπωλείου.
Ο τίτλος μου φαινόταν γνωστός “Η Καλοσύνη των ξένων” (ο υπότιτλος:αληθινή ιστορία) από μια φράση στο "Λεωφορείον ο Πόθος" του Τενεσί Ουίλιαμς, επιβαιώνει τις σκέψεις μου και αρχίζει ένα ταξίδι διαφορετικό απ΄όσα μέχρι σήμερα έζησα μέσα σ΄ενα βιβλίο.
Ο Πέτρος Τατσόπουλος αφηγείται την ιστορία της υιοθεσίας, της δικής του υιοθεσίας που ανακάλυψε σε ηλικία 19 χρονών. Παίρνει με μαεστρία πίσω τον χρόνο και ισορροπεί με χιούμορ το δραματικό αλλά και το κωμικό στοιχείο. Δεν φοβάται να τσαλακώσει τη εικόνα του φτασμένου συγγραφέα, δεν κρύβει αλήθειες μέσα απο ψεύτικες εικόνες, ξεκάθαρες σκέψεις τυπωμένες στο χαρτί, ο αναγνώστης θα το αναγνωρίσει και θα το εκτιμήσει αμέσως, σκηνές και συμβάντα που οδηγούν σε δραματική κατεύθυνση και θα αγγίξουν τις πιο ευαίσθητες χορδές του.
Ανασκαλίζει το παρελθόν του και μιλά για τις συναντήσεις του με τον Αντώνη Σαμαράκη και το πρώτο του διήγημα, την εφηβεία , τη φιλία,τον έρωτα, τις απόψεις του για τη ζωή και φτάνει στην αναζήτηση της βιολογικής του οικογένειας.
Οι απόψεις για τη θετή του μάνα ξεκαθαρισμένες απο την αρχή:«…σε καμία περίπτωση δεν σκόπευα να διακυβεύσω τη σχέση μου με τη Ρεγγίνα», μπαίνοντας στο πετσί της μάνας που τον μεγάλωσε και στερνιζόμενος τους φόβους της για τον βιολογικό λώρο που ενώνει φυσικούς γονείς και παιδιά, προχωρόντας για τη συνάντηση με τη βιολογική του μητέρα σαν μέρος του παιγνιδιού της ζωής, θεωρόντας ΜΑΝΑ αυτή που τον μεγάλωσε και όχι αυτήν που τον έφερε στον κόσμο.
Η συνάντηση με την βιολογική του μητέρα κάτι παραπάνω απο τυπική και δεν διστάζει να περιγράψει τη δεύτερη τους συνάντηση ώς αδιάφορη:«Νομίζω πως αισθανόταν πρόσθετη ανακούφιση από τη διαπίστωση πως ούτε η Ζωή ούτε εγώ δείχναμε να βιαζόμαστε ιδιαίτερα για ένα δεύτερο τετ α τετ».
Ξυγυμνώνεται ψυχικά και γράφει τα πραγματικά του συναισθήματα για τη βιολογική του μητέρα, που δεν είναι άλλα απο τον οίκτο και την αδιαφορία, αλλά και την ανακούφιση στη πληροφορία ότι αυτή πεθανε: «… το θάνατο μιας προ πολλού πεθαμένης».
Για τον συγγραφέας ο Βαγγέλης και η Ρεγγίνα ήταν οι άνθρωποι που στάθηκαν απο τα δέκα του χρόνια μέχρι την ενηλικίωση του στο πλευρό του,διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα του και τον στήριξαν συναισθηματικά και αναρωτιέται : «…τι θα συνέβαινε αν η μπίλια δεν
είχε σταθεί στον Βαγγέλη και τη Ρεγγίνα».Είτε νόμιμη είτε παράνομη, κάθε υιοθεσία εμπεριέχει τους δικούς της κινδύνους. Δεν ξέρεις πού θα σταθεί η μπίλια. Ποιος θα βγει τελικά κερδισμένος. Αν η ρουλέτα δεν ήταν εξαρχής πειραγμένη. Σε ένα παιχνίδι με ρευστούς κανόνες, όπου όλα τα χτυπήματα επιτρέπονται, δεν μπορείς παρά να ευχηθείς να μην σου συμβεί το χειρότερο.
Και ο Τατσόπουλος ήταν τυχερός η μπίλια έκατσε εκεί που έπρεπε και είναι κερδισμένος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου